Λέω σε όλους, πως είμαι καλά.
Τα αυτιά μου πια το αποδέχονται.
Έχω ξεχάσει εδώ και καιρό, πόσες φορές
επαναλαμβάνοντας τις τέσσερις συλλαβές
τιμωρούσα το παράπονο…
που συντρόφευε την ψυχή μου σαν σκιά
αποφεύγοντας να δώσω εξήγηση στα γιατί…
Τα γιατί…δεν κατάφερνα ποτέ να αγγίξω.
Τα φοβόμουν, όπως και σένα
που δεν φοβόσουν τίποτε
και δεν βρήκες λόγο κανένα
μαζί μου ν’ αλλοτριωθείς.
Να εστιάσεις στη σκιά της ψυχής μου. Έστω.
Δε σου άρεσαν οι σκιές…
Εκείνη της ψυχής μου σήμερα, αν και τιμωρημένη
βουβή διέξοδο αναζητώντας και παραβλέποντας
ή νικώντας τους νόμους των σκιών
έχει απλωθεί γύρω μου, παντού...
Είναι ορατή.
Αντιδρώντας ψάχνω το φως πιο πέρα
στο περίγραμμα, επαναλαμβάνοντας
συνεχώς τις τέσσερις συλλαβές
και προσδοκώντας πως η αντίστροφη μέτρηση
θα πρέπει από κει να αρχίζει.
Στην ολοσκότεινη βάση, δεν κρύβω πια καμιά ελπίδα…
Κάθε ξάφνιασμα φαντάζει ικανή πρόκληση.
Κάθε πρόκληση, φωτός αχτίδα
κάθε αχτίδα…ευαίσθητη, πρέπει να δυναμώσει.
Να δυναμώσει…να τη στηρίξω δίνοντας
ό,τι μπορεί να μου ’χει απομείνει
ό,τι στέκει ως αντίβαρο από του παρελθόντος τα λάθη,
τα γνώριμα κατάλοιπα της κοινής λογικής
που για όλα ευθύνονται…
Οι τέσσερις συλλαβές γίνονται μία
η σωτηρία προσωποποιείται στο καινούργιο.
Κάθε αφορμή δεν πρέπει να χαθεί…
Στο νέο δεν συνυπολογίζονται μέτρα και σταθμά
κριτήρια άλλων εποχών, αλλότρια καθημερινά.
Χρώμα μαλλιών και ίριδας, διάπλαση σωματική, φαιά ουσία.
Της σωτηρίας το αντίτιμο ερώτημα ένα γεννάει…
Μπορεί να σβήσει τις σκιές!
Να βγάλει το ερωτηματικό απ’ τις συλλαβές,
να ’ναι μαζί μου; στήριγμα να βρει απ’ το βάρος η ψυχή μου;
Θα δώσω πάλι τα πάντα, δε θα χρειαστεί να ζητήσει τίποτε.
Αυτή τη φορά στο χέρι μου θα είναι, θα προλάβω
δε με νοιάζει τίποτε άλλο…
Να πάψει μόνο το κρυφτούλι του ερωτηματικού στις συλλαβές μου!
Να ακουστούν και να μην κατρακυλάει η ηχώ τους
να παραμορφώνεται…να με περιγελά.
Όσο και να τις συνήθισαν τα αυτιά μου
της ψυχής η σκιά δυναστεύει χωρίς οίκτο.
Σβήνει το γέλιο με χαμόγελο…
Ξεγελά με υγρά και αφήνει δάκρυα…
Σάρκας γυμνής την αίσθηση τιμωρεί με συγκρίσεις…
Χάδια και φιλιά εξισώνει σε ανούσιες κινήσεις…
Σαν από τιμωρία αποδέχεται μόνο
βλέμματα που απλά ρίχνονται…
Τίτλοι εισαγωγής που πάντα καταλήγουν κιτρινισμένα υστερόγραφα
και εγώ κάθε φορά να αποποιούμαι την αχτίδα, να ορίζομαι,
παρατηρητής στον περίγυρο που αλλάζει τόνο
στο σκούρο φόντο που κυκλώνει της διεξόδου την υποψία…
Νιώθω την ειρωνεία…
Ίσως πρέπει να σβήσω μόνος τα ερωτηματικά
προσθέτοντας το, ΔΕΝ, στις συλλαβές μου…
Λύση συμβιβασμού. Το μαύρο με μαύρο δεν αλλάζει.
θα λέω σε όλους πια…δεν εί-μαι κα-λά…
τα αυτιά μου θα συνηθίσουν…μια παραπάνω συλλαβή
το παράπονο ας ξεσπάσει…και η σκιά ας υποστεί μόνιμη καταδίκη.
Δεν είμ-αι κα-λά…
Αυτό ας τα λέει όλα…
Τα αυτιά μου πια το αποδέχονται.
Έχω ξεχάσει εδώ και καιρό, πόσες φορές
επαναλαμβάνοντας τις τέσσερις συλλαβές
τιμωρούσα το παράπονο…
που συντρόφευε την ψυχή μου σαν σκιά
αποφεύγοντας να δώσω εξήγηση στα γιατί…
Τα γιατί…δεν κατάφερνα ποτέ να αγγίξω.
Τα φοβόμουν, όπως και σένα
που δεν φοβόσουν τίποτε
και δεν βρήκες λόγο κανένα
μαζί μου ν’ αλλοτριωθείς.
Να εστιάσεις στη σκιά της ψυχής μου. Έστω.
Δε σου άρεσαν οι σκιές…
Εκείνη της ψυχής μου σήμερα, αν και τιμωρημένη
βουβή διέξοδο αναζητώντας και παραβλέποντας
ή νικώντας τους νόμους των σκιών
έχει απλωθεί γύρω μου, παντού...
Είναι ορατή.
Αντιδρώντας ψάχνω το φως πιο πέρα
στο περίγραμμα, επαναλαμβάνοντας
συνεχώς τις τέσσερις συλλαβές
και προσδοκώντας πως η αντίστροφη μέτρηση
θα πρέπει από κει να αρχίζει.
Στην ολοσκότεινη βάση, δεν κρύβω πια καμιά ελπίδα…
Κάθε ξάφνιασμα φαντάζει ικανή πρόκληση.
Κάθε πρόκληση, φωτός αχτίδα
κάθε αχτίδα…ευαίσθητη, πρέπει να δυναμώσει.
Να δυναμώσει…να τη στηρίξω δίνοντας
ό,τι μπορεί να μου ’χει απομείνει
ό,τι στέκει ως αντίβαρο από του παρελθόντος τα λάθη,
τα γνώριμα κατάλοιπα της κοινής λογικής
που για όλα ευθύνονται…
Οι τέσσερις συλλαβές γίνονται μία
η σωτηρία προσωποποιείται στο καινούργιο.
Κάθε αφορμή δεν πρέπει να χαθεί…
Στο νέο δεν συνυπολογίζονται μέτρα και σταθμά
κριτήρια άλλων εποχών, αλλότρια καθημερινά.
Χρώμα μαλλιών και ίριδας, διάπλαση σωματική, φαιά ουσία.
Της σωτηρίας το αντίτιμο ερώτημα ένα γεννάει…
Μπορεί να σβήσει τις σκιές!
Να βγάλει το ερωτηματικό απ’ τις συλλαβές,
να ’ναι μαζί μου; στήριγμα να βρει απ’ το βάρος η ψυχή μου;
Θα δώσω πάλι τα πάντα, δε θα χρειαστεί να ζητήσει τίποτε.
Αυτή τη φορά στο χέρι μου θα είναι, θα προλάβω
δε με νοιάζει τίποτε άλλο…
Να πάψει μόνο το κρυφτούλι του ερωτηματικού στις συλλαβές μου!
Να ακουστούν και να μην κατρακυλάει η ηχώ τους
να παραμορφώνεται…να με περιγελά.
Όσο και να τις συνήθισαν τα αυτιά μου
της ψυχής η σκιά δυναστεύει χωρίς οίκτο.
Σβήνει το γέλιο με χαμόγελο…
Ξεγελά με υγρά και αφήνει δάκρυα…
Σάρκας γυμνής την αίσθηση τιμωρεί με συγκρίσεις…
Χάδια και φιλιά εξισώνει σε ανούσιες κινήσεις…
Σαν από τιμωρία αποδέχεται μόνο
βλέμματα που απλά ρίχνονται…
Τίτλοι εισαγωγής που πάντα καταλήγουν κιτρινισμένα υστερόγραφα
και εγώ κάθε φορά να αποποιούμαι την αχτίδα, να ορίζομαι,
παρατηρητής στον περίγυρο που αλλάζει τόνο
στο σκούρο φόντο που κυκλώνει της διεξόδου την υποψία…
Νιώθω την ειρωνεία…
Ίσως πρέπει να σβήσω μόνος τα ερωτηματικά
προσθέτοντας το, ΔΕΝ, στις συλλαβές μου…
Λύση συμβιβασμού. Το μαύρο με μαύρο δεν αλλάζει.
θα λέω σε όλους πια…δεν εί-μαι κα-λά…
τα αυτιά μου θα συνηθίσουν…μια παραπάνω συλλαβή
το παράπονο ας ξεσπάσει…και η σκιά ας υποστεί μόνιμη καταδίκη.
Δεν είμ-αι κα-λά…
Αυτό ας τα λέει όλα…